Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

τοῖς ὄχλοις

См. также в других словарях:

  • κατελπισμός — κατελπισμός, ὁ (Α) [κατελπίζω] βάσιμη ελπίδα («τηλικοῡτον γὰρ προενεβεβλήκει κατελπισμὸν τοῑς ὄχλοις», Πολ.) …   Dictionary of Greek

  • προεμβάλλω — ΜΑ [ἐμβάλλω] 1. εμβάλλω, ρίχνω ή τοποθετώ προηγουμένως κάτι μέσα σε κάτι άλλο (α. «προεμβάλλει τε εἰς τὴν ὀπὴν τοὺς πόδας», Παυσ. β. «προεμβάλλουσι λίθον εἰς τὸν πυθμένα τοῡ βόθρου», Γεωπ.) 2. προνοώ ώστε κάτι να τοποθετηθεί ανάμεσα σε άλλα αρχ.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»